Την τελευταία του πνοή σε ηλικία 48 ετών άφησε την Παρασκευή (4/11) ο Ιγκόρ Σιπνιέφσκι. Ο Πολωνός, πρώην ποδοσφαιριστής των Παναθηναϊκού, ΟΦΗ, Καβάλας και Καλλιθέας, αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας.
Το τελευταίο διάστημα νοσηλευόταν, ενώ εδώ και χρόνια αντιμετώπιζε προβλήματα με την κατάθλιψη και το αλκοόλ, ενώ είχε επιχειρήσει να βάλει τέλος στη ζωή του, όταν είχε φυλακιστεί.
Το 2018 ο θάνατος του πατέρα του βύθισε ακόμη περισσότερο τον Ιγκόρ Σιπνιέφσκι στην άβυσσο των δαιμόνων του. Στα 43 του, με ένα ελαφρύ εγκεφαλικό επεισόδιο, μια ποινή φυλάκισης, πολλές προσπάθειες να ξεφύγει από το αλκοόλ και το τζόγο και ταπί ο άλλοτε επιθετικός του Παναθηναϊκού αποτελούσε προς αποφυγή παράδειγμα.
Έπινε από παιδί. Σαν μεγάλωσε το έριξε στον τζόγο, έπειτα στις ουσίες για να ξεπεράσει την κατάθλιψη. Αν δεν είχε τόσους δαίμονες να τον τυραννούν, θα μπορούσε να αφήσει εποχή ως ποδοσφαιριστής και να ζει με τα λεφτά που θα είχε κερδίσει από το ποδόσφαιρο. Γιατί, χρήματα κέρδισε αρκετά-για Πολωνός ποδοσφαιριστής- παίζοντας στον Παναθηναϊκό. Κάπου 600 με 800 χιλιάρικα συνολικά εκτιμούν οι δικοί του. Και θα μπορούσε να είχε κερδίσει περισσότερα, αν ολοκληρωνόταν η συμφωνία του με τη Βίσλα Κρακοβίας, όταν επέστρεψε στην πατρίδα του.
Όπως γράφει στην αυτοβιογραφία του, «θα έπαιρνα 10.000 ευρώ το μήνα. Για πέντε χρόνια ο σύλλογος θα μου πλήρωνε συνολικά 1.14 εκατομμύρια ευρώ σε συμβατικές δόσεις. Εάν ολοκλήρωνα το συμβόλαια θα είχα στο λογαριασμό μου 1,74 εκατομμύρια ευρώ, δίχως να υπολογίσουμε τα μπόνους».
Στο ψυχιατρείο
Δυστυχώς, τα πράγματα δεν πήγαν όπως θα ήθελε ο Σιπνιέφσκι. Ο ίδιος περιγράφει την περίοδο αυτή ως μία από τις χειρότερες περιόδους της ζωής του. «Ήταν στην Κρακοβία που πήγα για πρώτη φορά στο καζίνο. Παθιάστηκα παίζοντας. Έμενα όλη τη νύχτα και έφευγα το πρωί, συνήθως με άδειες τσέπες».
Ωστόσο την καριέρα του στη Βίσλα δεν την κατέστρεψε τόσο ο τζόγος όσο το πιοτό. Ξενύχτης και άυπνος ο «Σίπα» δεν κατάφερνε να προπονηθεί και γυρνούσε σπίτι, όπου ξεσπούσε την τσαντίλα του πίνοντας μπύρες. Η ζωή αυτή, σύντομα, τον οδήγησε στο ψυχιατρείο.
«Ο γιατρός της Βίσλα, με πήγε στο γραφείο ενός καλού ψυχιάτρου. Περιμένοντας στον προθάλαμο, κοίταξα τους άρρωστους που περπατούσαν πάνω με αλλόκοτα βλέμματα. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι θα έμενα εδώ μαζί τους» εκμυστηρεύθηκε ο Σιπνιέφσκι.
Και δεν έμεινε. Έφυγε από το νοσοκομείο, έφυγε από την Κρακοβία και πολέμησε να τιθασέψει μόνος τους διάφορους δαίμονες που τον τρώγανε. Η μοναδική θεραπεία γι’ αυτόν ήταν το ποδόσφαιρο. Το 2003 πήγε να παίξει στη Σουηδία. Υπέγραψε στη Χάλμσταντ, όπου έδειξε ψήγματα του ταλέντου του, με αποτέλεσμα να τραβήξει το ενδιαφέρον της Μάλμε.
Η Μάλμε, που φλέρταρε με το πρωτάθλημα, πίστευε ότι με την προσθήκη του Σιπνιέφσκι, θα έφτανε στο στόχο της. Γρήγορα όμως κατάλαβε πόσο προβληματικός χαρακτήρας ήταν και στο εξάμηνο επάνω διέκοψε το 3ετές συμβόλαιό τους. Στο τέλος, πήρε τον τίτλο αλλά ο άσωτος Πολωνός δεν δικαιούταν μετάλλιο γιατί δεν είχε αρκετές συμμετοχές.
Το τελευταίο φλας
Ύστερα από ένα αποτυχημένο πέρασμα από την ουραγό Τρέλεμποργκ ο Σιπνιέφσκι γύρισε (το 2005) στην Πολωνία για να φορέσει τη φανέλα της Λοτζ και να εκπέμψει το τελευταίο λαμπερό φλας της καριέρας του (46 εμφανίσεις, 16 γκολ).
Ωστόσο, σε ένα χρόνο, πήρε πάλι δρόμο, γύρισε στη Σουηδία, στο γνώριμο του Μάλμε, για να παίξει στην Μπάνκεφλο, ομάδα 3ης κατηγορίας. Με την Μπάνκεφλο πρόλαβε να κάνει 7 εμφανίσεις (5 γκολ) πριν συλληφθεί να οδηγεί μεθυσμένος και εκδιωχθεί.
Επιστρέφοντας στην Πολωνία, δεν βρήκε δουλειά σε καμιά ομάδα, γεγονός που τον βύθισε ακόμη περισσότερο στην αρρώστια του. Άρχισε πλέον να έχει μπλεξίματα και με το νόμο. Το 2007, με τους χούλιγκαν της Λοτζ, έκανε ντου στους οπαδούς της Λεχ Πόζναν και συνελήφθη. Μια άλλη φορά πέταξε μπουκάλια σε μια γυναίκα που συνάντησε τυχαία έξω από ένα παντοπωλείο.
Τον Ιούνιο του 2008 μπήκε στη φυλακή, έχοντας καταδικαστεί για απόπειρα ανθρωποκτονίας κατά της μητέρας του (!) αλλά και για επίθεση εναντίον αστυνομικού. Αποφυλακίστηκε μετά από 13 μήνες.
Προσπάθησε να αφήσει την παλιά ζωή, να φτιάξει καινούργια. Ονειρευόταν, μάλιστα, να ανοίξει μια τσαγερία στο Λοτζ. Ούτε αυτό το κατάφερε. Οι λίγοι φίλοι, που του είχαν απομείνει, τον συνέδραμαν και τον συμβούλευαν. Υπήρχαν στιγμές που φαινόταν αποφασισμένος να ξεφύγει. Κάποτε αποφάσισε να φοιτήσει σε νυχτερινό σχολείο για να ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του. Κι αυτό το σχέδιο, όμως, το παράτησε γρήγορα.
Ο Σιπνιέφσκι γράφει στη βιογραφία του: «Το αλκοόλ με κατέστρεψε. Κομμάτιασε τις δύο πιο σημαντικές σχέσεις στη ζωή μου: με τους γονείς και το ποδόσφαιρο».
Τη μητέρα του Ιλόνα, τη θεωρεί υπεύθυνη για τη φυλάκισή του. Εκείνη πάντως ήταν που απέσυρε την κατηγορία και μπόρεσε έτσι να μετριαστεί η ποινή του. Εκείνη του παραστάθηκε, όταν βγήκε από τη φυλακή. Εκείνη ήταν που έτρεξε για να του εξασφαλίσει μια σύνταξη αναπηρίας.
Μερική αναπηρία
Γιατί ο Ιγκόρ έχει υποστεί ελαφρύ εγκεφαλικό επεισόδιο, που του άφησε ζημιές μη αναστρέψιμες στην αριστερή πλευρά του εγκεφάλου. Ένεκα τούτου έχει κριθεί μερικώς ανίκανος να εργαστεί και να συντηρήσει την οικογένειά του: Τη γυναίκα του, την κόρη του αλλά και το γιο, που έχει αποκτήσει από μια άλλη σχέση.